Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2010

Βαβυλωνία, Δούρειοι Ίπποι και άξονες...

Το ερώτημα που δικαίως μπορεί κάποιος να εγείρει έχει ως εξής: Πώς οι Βρετανοί -ευρωσκεπτικιστές όντες- υποστηρίζουν σφόδρα τις επόμενες διευρύνσεις της Ε.Ε. και, μάλιστα, αυτήν της Τουρκίας; Η απάντηση και η στρατηγική των Βρετανών είναι απλή: Με τις υφιστάμενες συνθήκες όσο περισσότερα κράτη εντάσσονται στην Ε.Ε. τόσο λιγότερες είναι οι πιθανότητες για την ευρωπαϊκή περιφερειακή ολοκλήρωση στην πολιτική και πολιτειακή πρακτική της ομοσπονδοποιημένης Ευρώπης. Άλλωστε, με την προσπάθεια του Ευρωσυντάγματος και εν συνεχεία τη Συνθήκη της Λισαβόνας, αποκλείστηκε ότι η Ε.Ε. θα είναι συνομοσπονδία. Παραμένει ως έχει. Δηλαδή, ένα φόρουμ ανεξάρτητων κρατών που επιχειρούν να εξεύρουν σε κάθε περίπτωση το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον, το οποίο είναι ο ελάχιστος κώδικας σύγκλισης των διάφορων εθνικών συμφερόντων. Εν ολίγοις, οι Βρετανοί έχουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους ότι: Με τις επόμενες διευρύνσεις αυξάνονται οι πιθανότητες δημιουργίας ενός Βαβυλωνιακού εντός της Ε.Ε. καθεστώς αντί της περιφερειακής ολοκλήρωσης. Ειδικότερα, με την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. εκτιμάται ότι θα αυξηθεί η πολιτική επιρροή των ατλαντιστών, δηλαδή του φιλο-αμερικανικού μπλοκ, που είναι ήδη αρκετά ισχυρό μετά την ένταξη της Τσεχίας και της Πολωνίας, καθώς και άλλων χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Η ένταξη της Τουρκίας εμφανίζεται από όσους είναι αντίθετοι ως η αχίλλειος πτέρνα για τη συνοχή της Ε.Ε. σε θρησκευτικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό-θεσμικό επίπεδο, λόγω μουσουλμανισμού και μεγάλου πληθυσμού, που σημαίνει τα εξής: 1. Η Τουρκία θα είναι θεσμικά η δεύτερη μετά τη Γερμανία πιο ισχυρή χώρα στην ΕΕ. 2. Η Τουρκία διαθέτει το μεγαλύτερο στρατό στην Ε.Ε. και το δεύτερο μεγαλύτερο στο ΝΑΤΟ. Συνεπώς θα έχει λόγο σημαντικό και ηγετικό σε επίπεδο κοινής άμυνας και εξωτερικής πολιτικής. 3. Θα παρατηρηθεί περαιτέρω σύνδεση των Τούρκων μεταναστών με τα οικονομικά προβλήματα και δη της ενεργείας εντός της ΕΕ, που κατ’ επέκταση συνδέονται από τώρα με την ευρωπαϊκή κοινωνική συνοχή. Βεβαίως, οι Τούρκοι ισχυρίζονται ότι έχουν τον πιο νεανικό πληθυσμό, ο οποίος μπορεί να αιμοδοτήσει την ευρωπαϊκή παραγωγικότητα και ανάπτυξη. Η θέση, όμως, αυτή δεν περιλαμβάνεται στα υπέρ της Τουρκίας, αλλά στα αρνητικά της, καθότι τροφοδοτεί τις κοινωνικές και οικονομικές φοβίες των Ευρωπαίων, με αποτέλεσμα αρκετοί εξ αυτών να οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι η Άγκυρα θα είναι ένας αμερικανικός Δούρειος Ίππος εντός της Ε.Ε. Και επί τούτου προστίθεται ακόμη μια πραγματικότητα στο πλαίσιο του παιγνίου ισχύος: Κυρίως οι ηγέτιδες της Ε.Ε. χώρες, όπως είναι η Γαλλία και η Γερμανία, ουδόλως θα ήθελαν την πλήρη τουρκική ένταξη, διότι δεν επιθυμούν να μοιραστούν την εξουσία που σήμερα απολαμβάνουν εντός της Ε.Ε. με την Άγκυρα, η οποία θα ανήκει στο κλαμπ των ισχυρών, ενισχύοντας κυρίως το ατλαντικό μπλοκ.
Εκ των πραγμάτων, η Βρετανία υποστηρίζει σφόδρα την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ για τους εξής λόγους: 1. Για να προκαλέσει προβλήματα στη συνοχή της ΕΕ και προς όφελος των δικών της εθνικών συμφερόντων, καθώς και των ΗΠΑ. 2. Για να ενισχύσει το Βαβυλωνιακό ευρωπαϊκό καθεστώς σε βάρος της πραγματικής περιφερειακής ολοκλήρωσης. 3. Για να ενισχύσει το ατλαντικό μπλοκ εντός της ΕΕ. 4. Για να αποκτήσει συμμάχους και να αποδυναμώσει τους κλασικούς ανταγωνιστές της εντός της ΕΕ, δηλαδή τη Γερμανία και τη Γαλλία.
Ο άξονας Γαλλίας-Γερμανίας θα αποκτήσει εντός της Ε.Ε. αντίπαλο δέος στρατηγικής και γεωπολιτικής σημασίας με τον άξονα Τουρκίας-Βρετανίας. Βεβαίως, ο άξονας αυτός θα πρέπει ν’ απασχολεί και την Ελλάδα, καθώς και την Κύπρο. Το κλείσιμο του Κυπριακού στη βάση μιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, όπως αυτήν που σήμερα συζητείται, δηλαδή στο γράμμα και στο πνεύμα του σχεδίου Ανάν, θα καταστήσει την Κύπρο δορυφόρο της Τουρκίας και θα ενισχύσει το σχέση φινλανδοποίησης, που χαρακτηρίζει σήμερα τις επιλογές της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας κυρίως σε θέματα που αφορούν στο Αιγαίο.
Μια Τουρκία ενταγμένη στην Ε.Ε. ως πλήρες κράτος μέλος δεν θα είναι μόνο στρατιωτικά και θεσμικά ισχυρή, αλλά και οικονομικά παρότι, με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα, θέλει τουλάχιστον 30 χρόνια για να φτάσει τα ευρωπαϊκά επίπεδα. Όμως, ας μη διαφεύγει το γεγονός ότι η Τουρκία ανήκει στην ομάδα των πιο σημαντικών χωρών του κόσμου και λαμβάνει μέρος αν δεν συνδιαμορφώνει τις παγκόσμιες αποφάσεις. Τα επόμενα, λοιπόν, χρόνια, η Ελλάδα και η Κύπρος θα έχουν σχέση δορυφορική προς την Τουρκία ειδικώς εάν ενταχθεί στην Ε.Ε., καθότι από τώρα η Άγκυρα εμφανίζει εαυτήν ως περιφερειακή δύναμη με τις ευλογίες των ΗΠΑ. Υπό αυτές τις συνθήκες και η συγκυρία επίλυσης του Κυπριακού είναι προς όφελος της Τουρκίας, καθότι οι Αμερικανοί είναι έτοιμοι να δώσουν την Κύπρο ως αντάλλαγμα στην Άγκυρα και ως ενίσχυση του περιφερειακού της ρόλου. Από την άλλη και εντός της Ε.Ε., το κλίμα τουλάχιστον σε γεωστρατηγικό επίπεδο ευνοεί την Τουρκία. Ειδικότερα, λόγω του ότι οι μεν Ευρωπαίοι ψάχνουν για εναλλακτικές οδούς ενέργειας, οι δε Τούρκοι εμφανίζουν εαυτούς ως μια άλλη μορφή του δρόμου του μεταξιού, δηλαδή ως τον κεντρικό δρόμο των οδών της ενέργειας. Καθόλου τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι ακόμη και αυτοί οι Γερμανοί, καθώς και οι Γάλλοι, είναι υπέρ του ανοίγματος του τουρκικού ενταξιακού κεφαλαίου για την ενέργεια, το οποίο κρατεί μπλοκαρισμένο η Λευκωσία λόγω της παρενόχλησης, που δέχονται από τουρκικά πολεμικά, πολιτικά σκάφη που διεξάγουν έρευνες για την εξεύρεση υδρογονανθράκων στην οικονομική αποκλειστική ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας.
ΠΑΝΤΩΣ, η γαλλική Κυβέρνηση μελετά τη φόρμουλα στη βάση της οποίας θα προταθεί στην Τουρκία η ειδική σχέση αντί της πλήρους ένταξης. Πρέπει επί τούτου, να σημειωθεί ότι η πλήρης ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. ενδέχεται να απειλήσει τη συνοχή της Ε.Ε., όμως υπάρχει και η θέση ότι ο πλήρης εκδημοκρατισμός της Τουρκίας, που συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για την πλήρη ένταξη θα απειλήσει: 1. Τη συνοχή του υφιστάμενου πολιτειακού συστήματος, που στηρίζεται επί των δημοκρατικών ελλειμμάτων. 2. Την εδαφική ακεραιότητα της Τουρκίας, λόγω κυρίως του Κουρδικού και άλλων μειονοτικών προβλημάτων. Συνεπώς, υπάρχουν και εντός της Τουρκίας δυνάμεις που προτιμούν και θα προτιμήσουν την ειδική σχέση αντί της πλήρους ένταξης. Στο πλαίσιο, λοιπόν, της γαλλικής φόρμουλας για την ειδική σχέση της Τουρκίας με την Ε.Ε. πληροφορίες αναφέρουν ότι περιλαμβάνεται και το Κυπριακό, το οποίο γιατί όχι μπορεί να δοθεί από τη Γαλλία και την πλειοψηφία των κρατών μελών της Ε.Ε. ως ένα από τα ανταλλάγματα της ειδικής σχέσης. Οι χώρες, δηλαδή, που σήμερα κρύβονται πίσω από το Κυπριακό για να προκαλέσουν προβλήματα στην τουρκική ενταξιακή πορεία την επομένη μπορεί να είναι επί του Κυπριακού και της λύσης του σύμμαχοι της Τουρκίας. Διότι, όπως αναφέρει και το κείμενο των Βρετανών της 22ας Δεκεμβρίου με το οποίο ενημέρωναν τους υπόλοιπους 26 περί της θέσης τους για τη Διεύρυνση, τα διμερή ζητήματαψ -όπως π.χ. το Κυπριακό- θα επιλυθούν στη βάση των κανόνων καλής γειτονίας και σύμφωνα με τα συμφέροντα της Ε.Ε. Καμιά αναφορά δεν γινόταν επί των αρχών και των αξιών της Ε.Ε., όπως οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου καθορίζουν. Και πολλές φορές τα εθνικά συμφέροντα -και ειδικώς των ηγετικών κρατών μελών της Ε.Ε.- όταν συγκλίνουν καθορίζονται ως κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον καταπίνοντας ταυτοχρόνως τις αρχές και τις αξίες της Ε.Ε. ή τις ακρωτηριάζουν στην πρακτική των αποκλίσεων από το κοινοτικό κεκτημένο ή στη λογική αντίληψη της παρθενογένεσης. Βεβαίως, παρότι οι Βρετανοί υποστηρίζουν την πλήρη τουρκική ένταξη εάν η ειδική σχέση είναι ένας συμβιβασμός για όλους, τότε θα επιδιώξουν να αποσπάσουν τα μεγαλύτερα δυνατά ανταλλάγματα, κατά τρόπον, που θα εξυπηρετούν τα εθνικά τους συμφέροντα. Και η Κύπρος είναι εντός των εθνικών τους συμφερόντων και δη στη λογική μιας διευθέτησης, που θα είναι αρεστή και στην Τουρκία, με την οποία, ακόμη και στο πλαίσιο της ειδικής σχέσης, ο άξονας μαζί της θα είναι δεδομένος κυρίως σε γεωστρατηγικό και γεωπολιτικό επίπεδο.
ΟΙ ΒΡΕΤΑΝΟΙ εργάζονται για την εξυπηρέτηση των δικών τους εθνικών συμφερόντων εντός και εκτός της Ε.Ε. Το ίδιο και οι Γάλλοι, καθώς και οι Τούρκοι. Και αυτό το οποίο σήμερα η Κύπρος θα πρέπει να κάνει είναι να επαναπροσδιορίσει πολιτικές και στρατηγικές ομού μετά των Αθηνών για καθορισμό επιλογών και στόχων λαμβάνοντας υπόψη την Ε.Ε., τα κράτη-μέλη της, τη Βρετανία, τη Διεύρυνση, τα Βαλκάνια, την Τουρκία, τις ΗΠΑ και τη Μέση Ανατολή. Μέχρι στιγμής η υφιστάμενη πολιτική της Λευκωσίας δεν έχει στρατηγική και δεν μπορεί να οδηγήσει μελλοντικά σε βιώσιμη και λειτουργική λύση. Η μονομερής «συμμαχία» με το Λονδίνο υποβοηθά τη βρετανική πολιτική, η οποία μας απομακρύνει από την Ελλάδα και την Ε.Ε. και μας σπρώχνει, ειδικώς, εάν υπογραφεί λύση ανάλογη του σχεδίου Ανάν προς την Τουρκία είτε ενταχθεί είτε όχι ως πλήρες κράτος στην Ε.Ε. Με την προοπτική, μάλιστα, να καταστούμε μικρό δορυφορικό, ευρωπαϊκό προτεκτοράτο της Άγκυρας υπό την υψηλή επιτήρηση της Βρετανίας!

Του Γιάννου Χαραλαμπίδη Δρ. Διεθνών Σχέσεων


Πηγή : http://www.sigmalive.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου